Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αποκούτιανε

  1. γ' ενικό οριστικής αορίστου του ρήματος αποκουτιαίνω
  2. β' ενικό προστακτικής αορίστου του ρήματος αποκουτιαίνω