Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποβληθείς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἀποβληθείς
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
αποβληθείς
<
αποβάλλομαι
Μετοχή
επεξεργασία
αποβληθείς, αποβληθείσα, αποβληθέν
(
λόγιο
) που έχει
αποβληθεί
, που τον έχουν θέσει εκτός μιας διαδικασίας ή ενός χώρου
ο
αποβληθείς
μαθητής
η
αποβληθείσα
μαθήτρια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αποβληθείς
γαλλικά
:
renvoyé
(fr)