Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αντροκάλεσε

  1. γ' ενικό οριστικής αορίστου του ρήματος αντροκαλώ
  2. β' ενικό προστακτικής αορίστου του ρήματος αντροκαλώ