αντλούμενων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίααντλούμενων και αντλουμένων
- γενική πληθυντικού του αντλούμενος
- γενική πληθυντικού του αντλούμενη και αντλουμένη
- γενική πληθυντικού του αντλούμενο
αντλούμενων και αντλουμένων