Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανοσοποιώ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανοσοποιώ
<
ανοσία
Ρήμα
επεξεργασία
ανοσοποιώ
εξασφαλίζω ανοσία.
Συνώνυμα
επεξεργασία
θωρακίζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανοσοποιώ
γαλλικά
:
immuniser
(fr)