ανν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ανν < (λόγιο δάνειο) αγγλική iff
Συντομομορφή
επεξεργασίαανν άκλιτο συντομογραφία
- (λογική, μαθηματικά) συντομογραφία του αν και μόνο αν[1]. Η ισοδυναμία
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Γέωργιος Βούρος, Πάτρα 2002, «Διακριτά Μαθηματικά», σελ. 22. Προσπέλαση 2020-03-03