Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.na.fteˈɾo.no.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐να‐φτε‐ρώ‐νομαι

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αναφτερώνομαι