Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αναβλέπω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
αναβλέπω
< ανά + βλέπω
Ρήμα
επεξεργασία
αναβλέπω
βλέπω
προς τα
πάνω
,
σηκώνω
το
βλέμμα
.
ανακτώ
την
όραση
μου, ξαναβλέπω.
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αναβλέπω