Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αλυσιδώνω < αλυσίδα + -ώνω • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ρήμα επεξεργασία

αλυσιδώνω

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία