→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αλτσάνα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αλτσάνα θηλυκό

  1. (ιδιωματικό) χοντρό σχοινί για ρυμούλκηση βάρκας
  2. (ιδιωματικό) ρυμούλκηση πλοίου από τη στεριά
  • Κοντομίχης, Πανταζής (2001). Λεξικό του λευκαδίτικου γλωσσικού ιδιώματος (Ιδιωματικό - ερμηνευτικό - λαογραφικό) [Λαογραφικά Λευκάδας, αρ. 7], Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.
  • Λάζαρης, Χριστόφορος Γ. (1970). Τα λευκαδίτικα. Ετυμολογικόν και ερμηνευτικόν λεξιλόγιον των γλωσσικών ιδιωμάτων της νήσου Λευκάδος, Ιωάννινα: Εκτύπωσις Ευριπίδη Κ. Θέμελη.