Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αλλήλιο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
→ λείπει η κλίση
Ετυμολογία
επεξεργασία
αλλήλιο
< μεταφραστικό δάνειο
άλλος
,
αλληλόμορφος
+
-ιο
< αγγλικά:
allele
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αλλήλιο
ουδέτερο
αλλίο
,
αλληλόμορφο
,
αλληλόμορφο γονίδιο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αλλήλιο
αγγλικά
:
allele
(en)
,
variant of a gene
(en)