→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αλλήλιο < μεταφραστικό δάνειο άλλος, αλληλόμορφος + -ιο < αγγλικά: allele

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αλλήλιο ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία