Ετυμολογία

επεξεργασία
αλαφραίνω < λείπει η ετυμολογία

αλαφραίνω

  1. ελαφραίνω
  2. (μεταφορικά) ανακουφίζω


  Μεταφράσεις

επεξεργασία