Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αθλοθετώ < αθλο- (< ἄθλον + -θετώ (< τίθημι)

  Ρήμα επεξεργασία

αθλοθετώ


Συγγενικές λέξεις επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία