Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αγρίκησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
αγρίκησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
αγρικώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
αγρικώ