Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγρικώ < λείπει η ετυμολογία

  Ρήμα επεξεργασία

αγρικώ

  1. ακούω
  2. καταλαβαίνω

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία