αγορά εργασίας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίααγορά εργασίας θηλυκό
- (οικονομία) προσδιορισμός της αλληλεπίδρασης της προσφοράς και ζήτησης εργασίας
- το σύνολο των οργάνων και διαδικασιών επί της παραπάνω αλληλεπίδρασης.
Μεταφράσεις
επεξεργασία αγορά εργασίας