έξω φρενών
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- έξω φρενών < αρχαία ελληνική ἔξω φρενῶν
Έκφραση
επεξεργασία
έξω φρενών
- πολύ εκνευρισμένος ή πολύ θυμωμένος, έξαλλος
Συνώνυμα
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
έξω φρενών
|