Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
άστραψε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
άστραψε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
αστράφτω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
αστράφτω