Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
άρμεξε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
άρμεξε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
αρμέγω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
αρμέγω