Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
άρθρωσε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
άρθρωσε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
αρθρώνω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
αρθρώνω