Τσικνάκου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Τσικνάκου < γενική ενικού του αρσενικού Τσικνάκος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Τσικνάκου θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Τσικνάκου αρσενικό