Σουρμαλιανίδου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Σουρμαλιανίδου < ρωσική Сурмалян (Surmalján) ή αρμενική Սուրմալյան (Surmalyan) (πατριδωνυμικό). Ελληνοποιημένη μορφή επωνύμου με προσθήκη της ελληνικής (ποντιακής) κατάληξης -ίδου. Μορφολογικά αναλύεται σε Σουρμαλιάν + -ίδου.
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣουρμαλιανίδου θηλυκό, άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ΦΕΚ Β΄ 605 (23 Απριλίου 2004), σ. 8217.