Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
Η Σνεγκούροτσκα, μαζί με τον Ντεντ Μορόζ

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σνεγκούροτσκα < ρωσική Снегурочка (Snegúročka). Δείτε снег (sneg, χιόνι) και Снегурочка στο αγγλικό Βικιλεξικό

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /zneˈgu.ɾot͡s.ka/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σνε‐γκού‐ροτσ‐κα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σνεγκούροτσκα θηλυκό άκλιτο

  • (παραμύθι) κορίτσι, κεντρικός χαρακτήρας ρωσικών λαϊκών παραμυθιών, αλλά και της πρωτοχρονιάτικης ρωσικής μυθολογίας

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία