Σμυρλής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Σμυρλής < πατριδωνυμικό, άμεσο δάνειο από την τουρκική Irsmirli (ο καταγόμενος από τη Σμύρνη) με σίγηση του αρχικού άτονου [i] + -ς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣμυρλής αρσενικό
Μεταγραφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- Σμυρλόγλου (επώνυμο)
- Σμυρνιός (επώνυμο)
Πηγές
επεξεργασία- Σμυρλής σελ.60 - Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.