Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ραμιλιά < μεταγραφή για τη ρωσική Рамиля (Ramilja) [< ταταρική Рамилә (Ramilä) ]

  Μεταγραφή επεξεργασία

Ραμιλιά θηλυκό, ενδεχομένως κλίνεται

Δείτε επίσης επεξεργασία