Πολυκλείτου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Πολυκλείτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Πολυκλείτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠολυκλείτου θηλυκό
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΠολυκλείτου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Πολυκλείτης