Δείτε επίσης: πατρικίων

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Πατρικίων

  1. (αρσενικό) γενική πληθυντικού του Πατρίκιος
  2. (θηλυκό) γενική πληθυντικού του Πατρικία