Νέα ελληνικά (el) Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

Νήσοι Κροζέ < πληθυντικός αριθμός του νήσος & Κροζέ, (άμεσο δάνειο) γαλλική îles Crozet < επώνυμο Crozet του αξιωματικού που το 1772 έφτασε στα νησιά

  Κύριο όνομα Επεξεργασία

Νήσοι Κροζέ αρσενικό στον πληθυντικό

Δείτε επίσης Επεξεργασία

  Μεταφράσεις Επεξεργασία