Μοσχάτου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μοσχάτου < γενική ενικού του αρσενικού Μοσχάτος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜοσχάτου θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΜοσχάτου αρσενικό
Μοσχάτου θηλυκό άκλιτο
Μοσχάτου αρσενικό