Μαρτιροσιάν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μαρτιροσιάν < αρμενική Մարտիրոսյան (Martirosyan)· πατρωνυμικό. Μορφολογικά αναλύεται σε Μαρτιρός + -ιάν.
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μαρτιροσιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) αρμενικής προέλευσης, αντίστοιχο του ελληνικού επωνύμου Μαρτυρίδης
Άλλες μορφές επεξεργασία
- → δείτε τις λέξεις Μαρτιροσσιάν και Μαρντιροσγιάν