Κόρωνος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κόρωνος < αρχαία ελληνική Κορωνίς • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚόρωνος αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Κόρωνος
|
Κόρωνος αρσενικό
|