Κρυονερίτου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κρυονερίτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Κρυονερίτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κρυονερίτου θηλυκό
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Κρυονερίτου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Κρυονερίτης