Ετυμολογία 1

επεξεργασία
Κουν < (άμεσο δάνειο) γερμανική Kuhn (από την περίοδο της Βαυαροκρατίας στην Ελλάδα, ή από γερμανοεβραϊκές οικογένειες Κοέν)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κουν αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Κουν < μεταγραμματισμός ονομάτων από συστήματα γραφών εκτός από το ελληνικό
δείτε < ουγγρικής προέλευσης Kun (είτε ως καθαρά ουγγρικό επώνυμο, είτε προσαρμογή από την ομόηχη εβραϊκής προέλευσης Kuhn αλλά και το παραπλήσιο Kοhn, παραλλαγές του Κοέν)

  Μεταγραφή

επεξεργασία

Κουν

Δείτε επίσης

επεξεργασία