Κοντονικολάκου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κοντονικολάκου < γενική ενικού του αρσενικού Κοντονικολάκος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚοντονικολάκου θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΚοντονικολάκου αρσενικό