Κλαουδάτου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κλαουδάτου < γενική ενικού του αρσενικού Κλαουδάτος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚλαουδάτου θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Κλαουδάτος
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΚλαουδάτου αρσενικό
- γενική ενικού του Κλαουδάτος