Καρανδρεάδου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Καρανδρεάδου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Καρανδρεάδης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Καρανδρεάδου θηλυκό άκλιτο
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Καρανδρεάδου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Καρανδρεάδης