Ιερεμιάδου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ιερεμιάδου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Ιερεμιάδης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΙερεμιάδου θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Ιερεμιάδης
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΙερεμιάδου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Ιερεμιάδης