Ζαβιτσάνε
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /za.viˈt͡sa.ne/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζα‐βι‐τσιά‐νε
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΖαβιτσάνε αρσενικό
- κλητική ενικού του Ζαβιτσάνος
- άλλη μορφή: Ζαβιτσάνο
Ζαβιτσάνε αρσενικό