Δείτε επίσης: εὐκαρπία

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Εὐκαρπία < εὐκαρπία < εὖ + καρπός + -ία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Εὐκαρπία θηλυκό