Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ενρίκο < (μεταγραφή) ιταλική Enrico

  Προφορά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη Enrico

  Μεταγραφή επεξεργασία

Ενρίκο αρσενικό άκλιτο

  • ιταλικό ανδρικό όνομα, αντίστοιχο του Ερρίκος
    ※  Η ιστορική ανεκδοτολογία το θέλει, ότι δηλαδή, προκειμένου να αναβιώσει ο Τροβατόρε του Τζουζέπε Βέρντι, αρκούν οι τέσσερις μεγαλύτεροι λυρικοί τραγουδιστές στον κόσμο. Ταύτα φέρεται ειπών ο πρώτος πραγματικά «σύγχρονος» ερμηνευτής της όπερας, ο πάντοτε θρυλικός τενόρος Ενρίκο Καρούζο, σε εποχές, ωστόσο, σημαντικά διαφοροποιημένες από τη δική μας.
    Κυριάκος Λουκάκος, «Τροβατόρε αστέρων από τη Νέα Υόρκη», Η Αυγή (22.11.2015)· πρόσβαση: 2023-08-08.

Δείτε επίσης επεξεργασία