Ενρίκο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Enrico
Μεταγραφή
επεξεργασίαΕνρίκο αρσενικό άκλιτο
- ιταλικό ανδρικό όνομα, αντίστοιχο του Ερρίκος
- ※ Η ιστορική ανεκδοτολογία το θέλει, ότι δηλαδή, προκειμένου να αναβιώσει ο Τροβατόρε του Τζουζέπε Βέρντι, αρκούν οι τέσσερις μεγαλύτεροι λυρικοί τραγουδιστές στον κόσμο. Ταύτα φέρεται ειπών ο πρώτος πραγματικά «σύγχρονος» ερμηνευτής της όπερας, ο πάντοτε θρυλικός τενόρος Ενρίκο Καρούζο, σε εποχές, ωστόσο, σημαντικά διαφοροποιημένες από τη δική μας.
- Κυριάκος Λουκάκος, «Τροβατόρε αστέρων από τη Νέα Υόρκη», Η Αυγή (22.11.2015)· πρόσβαση: 2023-08-08.
- ※ Η ιστορική ανεκδοτολογία το θέλει, ότι δηλαδή, προκειμένου να αναβιώσει ο Τροβατόρε του Τζουζέπε Βέρντι, αρκούν οι τέσσερις μεγαλύτεροι λυρικοί τραγουδιστές στον κόσμο. Ταύτα φέρεται ειπών ο πρώτος πραγματικά «σύγχρονος» ερμηνευτής της όπερας, ο πάντοτε θρυλικός τενόρος Ενρίκο Καρούζο, σε εποχές, ωστόσο, σημαντικά διαφοροποιημένες από τη δική μας.
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Ενρίκο Καρούζο στη Βικιπαίδεια (1873-1921), Ιταλός τενόρος της όπερας
- Ενρίκο Μπερλινγκουέρ στη Βικιπαίδεια (1922-1984), ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας
- Ανρί
- Χένρυ / Χένρι
- Χάινριχ