Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

standardization < standardize + -ation

  Ουσιαστικό επεξεργασία

standardization (en)

Άλλες γραφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία

  • International Organization for Standardization (ISO)

Δείτε επίσης επεξεργασία