Βασκικά (eu) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

mapa (eu)

  1. χάρτης

Συνώνυμα επεξεργασία



Ιρλανδικά γαελικά (ga) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

mapa (ga) αρσενικό

  1. χάρτης
  2. σφουγγαρίστρα



Ισπανικά (es) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

mapa (es) αρσενικό

  1. χάρτης



Πολωνικά (pl) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

mapa < λατινική mappa

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈmapa/
 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

mapa (pl) θηλυκό

  1. ο χάρτης



Πορτογαλικά (pt) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

mapa (pt)

  1. χάρτης



Σλοβακικά (sk) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

mapa (sk) θηλυκό

  1. ο χάρτης



Τσεχικά (cs) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

mapa (cs) θηλυκό

  1. ο χάρτης