Δείτε επίσης: εμβαίνω

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἐμβαίνω < ἐν + βαίνω

  Ρήμα επεξεργασία

ἐμβαίνω