Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΕΟΝ < Εθνική Οργάνωση Νεολαίας

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /eˈon/

  Συντομομορφή επεξεργασία

Ε.Ο.Ν. θηλυκό ακρωνύμιο

Δείτε επίσης επεξεργασία