ΕΓ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ΕΓ < : Επιτελικό Γραφείο
- ΕΓ < : Εκτελεστικό Γραφείο
Συντομομορφή
επεξεργασίαΕ.Γ. ουδέτερο άκλιτο ακρωνύμιο (προφέρεται αμφότερα πλήρως)
Ε.Γ. ουδέτερο άκλιτο ακρωνύμιο (προφέρεται αμφότερα πλήρως)