Διονυσάτου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Διονυσάτου < γενική ενικού του αρσενικού Διονυσάτος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Διονυσάτου θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Διονυσάτος
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Διονυσάτου αρσενικό
- γενική ενικού του Διονυσάτος