Δερμετζιάν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Δερμετζιάν : αρμενική ς προέλευσης, άλλη μορφή του Δερμεντζιάν
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔερμετζιάν αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) αρμενικής προέλευσης, αντίστοιχο με ελληνικά επώνυμα όπως τα Δερμετζόπουλος, Δερμετζάκης