Δεκμετζιάν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Δεκμετζιάν : αρμενική ς προέλευσης, άλλη μορφή του Ντεοκμετζιάν
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Δεκμετζιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
Δεκμετζιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο