Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Δένθις < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Δένθις αρσενικό

  • (τοπωνύμιο, για κρασί) Δένθις οἶνος
    ※  Αλκμάν (Alcm.92d), [Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, I 31 C] @perseus.tufts.edu
    Ἀλκμὰν δέ που 'ἄπυρον οἶνον καὶ ἄνθεος ὄσδοντά' φησι τὸν 'ἐκ Πέντε λόφων', ὅς ἐστι τόπος Σπάρτης ἀπέχων στάδια ἑπτά: καὶ τὸν ἐκ Δενθιάδων, ἐρύματός τινος, καὶ τὸν ἐξ Οἰνοῦντος καὶ τὸν ἐξ Ὀνόγλων καὶ Σταθμῶν. χωρία δὲ ταῦτα τὰ καὶ πλησίον Πιτάνης. φησὶν οὖν ‘οἶνον δ᾽ Οἰνουντιάδαν ἢ Δένθιν ἢ Καρύστιον ἢ Ὄνογλιν ἢ Σταθμίταν.' καὶ τὸν ἐκ Καρύστου, ὅς ἐστι πλησίον Ἀρκαδίας. ἄπυρον δὲ εἶπε τὸν οὐχ ἡψημένον: ἐχρῶντο γὰρ ἑφθοῖς οἴνοις.
    Δείτε και σχόλια: Theodor (Theodorus) Bergk, Poetae lyrici Graeci Τόμος 3 σελ.864 @books.google

Συγγενικά επεξεργασία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Δένθις αρσενικό

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Δένθις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.