Βλάχικο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Βλάχικο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου βλάχικος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βλάχικο ουδέτερο
- (ελληνική ποικιλία αμπέλου) ποικιλία αμπέλου που καλλιεργείται στη βόρεια Ελλάδα και παράγει κόκκινο κρασί.
Μεταφράσεις επεξεργασία
Βλάχικο
|